Ύψωση του Τιμίου Σταυρού

Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011


Λόγος εις την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και εις την Αγία Ανάσταση
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ




Μετάφραση του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Δράγα, δφ, δθ, δθ.
Τον Σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα,
και την Αγίαν Σου Ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζωμεν!
Σταυρού πανήγυρη γιορτάζουμε σήμερα, και ποίος δεν θα σκιρτήσει από χαρά; Ανάστασης διακήρυξη γίνεται, και ποίος δεν θα γεμίσει από ευτυχία; Γιατί όταν στήθηκε ο Σταυρός στον τόπον του Κρανίου, έχοντας καρφωμένο επάνω του τον Δεσπότη της κτίσης, «σχίστηκε το χειρόγραφο που ήταν εναντίον μας» (Κολ. 2:14), το οποίο είχε υπογράψει ο προπάτορας  μας ο Αδάμ όταν αθέτησε τις εντολές του Θεού.
Ο Σταυρός μας ελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας και μας έκανε να σκιρτάμε χαρούμενα σαν μικροί μόσχοι πού έχουν λυθεί από τα δεσμά τους. «Διότι εκεί όπου ή αμαρτία πλεόνασε, εκεί περίσσευσε η χάρις του Θεού» (Ρωμ. 5:20).
Η Ανάσταση, από την άλλη μεριά, εξόρισε την φθορά του θανάτου. Εκδίωξε το ζοφερό σκοτάδι του Άδη. Ανάστησε τους νεκρούς από τους τάφους. Εξάλειψε το δάκρυ από κάθε πρόσωπο, όπως λέει ο προφήτης, και έδωσε την χάρη της αληθινής και ατέλειωτης χαράς σε κάθε άνθρωπο.
Το δώρημα της Ανάστασης δεν είναι περιορισμένο. Δεν ήταν κατόρθωμα για χάρη των λίγων. Εκείνος που πραγματοποίησε με ανθρώπινη σάρκα την ταφή, και φυσικά την Ανάσταση, δεν ήταν άλλος από τον ίδιο το Θεό ολόκληρης της κτίσης, ο οποίος ποτέ δεν χορηγεί χαρίσματα μόνο σε μερικούς, ούτε υπάρχει σ’ αυτόν κάποια προσωποληψία. Αποδεικνύοντας λοιπόν ότι είναι αληθινά Θεός όλων των ανθρώπων, απλώνει τη δωρεά της σωτηρίας σε όλους, ευσπλαχνιζόμενος τη δική του εικόνα και ανακαινίζοντάς την εξ ολοκλήρου, γιατί κάθε άνθρωπος επί της γης έχει πλασθεί κατ' εικόνα Θεού.
Η επέτειος του Σταυρού γιορτάζεται σήμερα και ποίος άνθρωπος που συμμετέχει στην γιορτή αυτή δεν θα σταυρώσει τον εαυτόν του; Γιατί ο Σταυρός γνωρίζει σαν απόλυτα γνήσιο προσκυνητή του, μόνον εκείνον που σταύρωσε τον εαυτόν του για τον κόσμο και έτσι απόδειξε έμπρακτα ότι είναι απροκάλυπτα γνήσιος φίλος του Σταυρού.
Τα εγκαίνια της Ανάστασης επίσης προβάλλονται σήμερα, και ποίος πιστός που είναι παρών σ’ αυτά δεν θα κοιτάξει να ανακαινισθεί, απορρίπτοντας το θάνατο που προκαλούν τα πάθη, και να ενδυθεί την αφθαρσία της ψυχής;
Αλλιώς ορίζεται ο θάνατος της ψυχής και αλλιώς ο θάνατος του σώματος που την περιβάλει. Τον πρώτο θάνατο (της ψυχής) τον κυοφορεί ή αμαρτία, όπως έγραψε για αυτό ο αρχηγέτης που προεξάρχει σ’ αυτό το θρόνο (των Ιεροσολύμων), ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Τον δεύτερο θάνατο (του σώματος) τον προκαλεί ο νόμος της φύσης που γεννάει η διάλυση των στοιχείων τα όποια συνθέτουν την ουσία των σωματικών όντων. Τον γεννάει όμως και η αναχώρηση της αθάνατης ψυχής, κι ας μην είναι αυτό ορατό στους γιατρούς, των οποίων το επάγγελμα είναι να θεραπεύουν μόνον τα σώματα. Γιατί αυτό δόθηκε στον άνθρωπο σαν επιτίμιο από τον Κτίστη του, από τότε που παράκουσε ο άνθρωπος την θεία εντολή.
Ό Σταυρός υψώνεται σήμερα, και ποίος δεν θα υψωθεί μυστικά πάνω από τη γη; Γιατί εκεί όπου υπερυψώθηκε ο Λυτρωτής, εκεί ανέρχεται και παραστέκεται και ο λυτρωμένος άνθρωπος, που ποθεί να βρίσκεται πάντοτε μαζί με τον Σωτήρα του και να παίρνει από Εκείνον την άφθαρτη ευλογία του.
Και ή Ανάσταση προβάλλεται σήμερα, και με την εμφάνιση της φαιδρύνει τα πάντα. Αύριο εμφανίζεται ο Σταυρός και παρέχει τα δώρα του στους προσκυνητές του.
Σήμερα ή Ανάσταση απλώνεται παντού και αύριο ο Σταυρός θα πεταχτεί υπεράνω της. Η Ανάσταση στηλιτεύει την φθορά, και ο Σταυρός τις φάλαγγες των δαιμόνων. Η Ανάσταση αποτελεί από μόνη της διακήρυξη ότι αληθινά θανατώθηκε ο θάνατος, ενώ ο Σταυρός διαλαλεί σε όλους ότι καταργήθηκε κάθε κακουργία των δαιμόνων και απονεκρώθηκε κάθε μιαρή και-ψυχοφθόρα ενέργεια τους. Τι θαύμα είναι αυτό! Δε βρίσκω λόγια για να εκφράσω το μυστήριο! Γιατί, ενώ παλαιά ο Σταυρός είχε προηγηθεί από την Ανάσταση, τώρα ο Σταυρός έχει την Ανάσταση προπομπό και πρόδρομο.
Τι θαυμαστή ανταμοιβή! Βλέπω εδώ να εκπληρώνεται εμφανέστατα σ΄ αυτά τα δύο ο λόγος του Σωτήρα. Γιατί «οι έσχατοι έγιναν πρώτοι και αντίστροφα οι πρώτοι αναδείχτηκαν έσχατοι» (Ματθ. 19:30). Ποιος άραγε θα μπορέσει να εξηγήσει την αιτία αυτών των ανταμοιβών και εναλλαγών; Όχι βέβαια ότι έκαναν κάποιον αγώνα δρόμου και ότι εκείνη (η Ανάσταση) βγήκε μπροστά με κάποιο άλμα, ενώ εκείνος (ο Σταυρός) σαν βραδυκίνητος έμεινε πίσω. Γιατί λοιπόν να μην αστράψει πρώτος ο θείος Σταυρός αφού πρώτος αυτός ανέτειλε, και ή έπειτα να η φωτοφόρος Ανάσταση που έλαμψε αρχικά τρεις μέρες μετά από εκείνον;
Όσον άφορα το τι είχαν στον νου τους οι πατέρες μας και έκαμαν αυτήν την εναλλαγή, τίποτε δεν μπορούμε να πούμε με απόλυτη βεβαιότητα. Υποθέτουμε όμως και στοχαζόμαστε, πώς η αιτία αυτής της αμοιβαίας καθυστέρησης και εναλλαγής είναι ο κόσμος που καταφθάνει εδώ (στα Ιεροσόλυμα) από τα πέρατα της γης για τα δύο αυτά ζωηφόρα προσκυνήματα (της Ανάστασης και της Ύψωσης του Σταυρού). Οι προσκυνητές λοιπόν, αφού γιορτάσουν πρώτα την περιχαρή και λαμπρή Εορτή της Ανάστασης, αμέσως μετά αποβλέπουν στην ευλογημένη Εορτή της Ύψωσης του Σταυρού, την οποία έχουν σαν καλό και σωτήριο εφόδιο που θα τρέχει μαζί τους στα οδοιπορικά τους, θα συμπλέει μαζί τους στα πέλαγα που διασχίζουν, θα τους διασώζει σε κάθε τόπο που επισκέπτονται, θα τους φυλάει από όλες τις κακοτυχίες του βίου. Έτσι η ευλογία του Σταυρού θα τους αποδεικνύει έμπρακτα ότι ή πανίσχυρη δύναμη του Σταυρού έχει περιλάβει όλα τα πέρατα της οικουμένης, ότι πληρεί τα πάντα με την παρουσία της, ότι παρευρίσκεται παντού χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, ότι διασώζει τους πιστούς από τις δύσκολες περιστάσεις τους και, εφ' όσον αυτοί ζουν ευσεβώς, τους αναπυρώνει τη σωτηρία τους και καταργεί τα σχέδια όλων των εχθρών τους.
Πιθανόν να υπάρχει και κάποιος άλλος κρυφός λόγος, τον οποίον γνώριζαν και είχαν κατά νουν οι παλαιοί διδάσκαλοι αυτής εδώ της Εκκλησίας (των Ιεροσολύμων), τον οποίον όμως τώρα εμείς οι ελάχιστοι που δεν ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε δεν τον γνωρίζουμε σαφώς. Είθε να δώσει ο Θεός να γίνει και αυτός γνωστός, όπως και ακράδαντα πιστεύουμε ότι θα γίνει, μόνον και μόνον για την ωφέλεια την δική σας, που είσθε τόσο πιστοί και ευλαβείς.
Tι είναι, λοιπόν, υψηλότερο από αυτές τις ευλογημένες εορτές; Τι, από όσα έχουμε, είναι ιερότερο από αυτές τις ιερές πανηγύρεις; Πώς δεν θα χαρούμε και δεν θα σκιρτήσουμε επιτελώντας αυτές τις δυο Εορτές, την ολόλαμπρη φωτοχυσία της Ανάστασης και την φωτιστική προσκύνηση του Σταυρού; Αυτά τα δύο είναι για μας τα τρόπαια όλης της σωτηρίας μας. Αυτά μας λύτρωσαν από τον θάνατο και τα πάθη, την χείριστη κακοποίηση των δαιμόνων, και μας οδήγησαν πίσω εις τον Δεσπότη μας. Αυτά κατέλυσαν κάθε κατήφεια και σκυθρωπότητα και ανέτειλαν μέσα μας την αυγή της χαράς. — Ή μήπως ή ζωοδότρα Ανάσταση δεν μας δωρίζει την είσοδο της αθάνατης ζωής; και ο Σταυρός πού υψώνεται δεν γεννάει μέσα μας την απολύτρωση από τα πάθη μας; Διότι πράγματι, αυτά μας έκαναν και πάλιν μέτοχους της οικείωσής μας με τον Θεό, για χάρη της οποίας ήλθαν στον κόσμο και ανέτειλαν σε όλους εμάς τους γηγενείς.
Εμείς, λοιπόν, που γνωρίζουμε τη μυστική δύναμή τους και πόσον τα δύο αυτά μας ευεργέτησαν και ποια αγαθά μας προξένησαν, ας τα γιορτάσουμε με ευπρέπεια και ευσέβεια, όπως δηλαδή αυτά τα ίδια οφείλουν να τιμώνται. «Όχι με ακολασίας και ασελγείας, όχι με έριδας και ζηλοτυπίας», όχι με άρπαγας και αδικίας» (Ρωμ. 13:13) και όλα τα υπόλοιπα, πού δεν θέλω τώρα να απαριθμήσω.
Συνεπώς, τολμώ να πω, γνησιότατοι αδελφοί μου και συγκληρονόμοι της ίδιας πίστεως και συμμέτοχοι της ιδίας πνευματικής γέννησης με μας, ότι τα Ιερά μας σεβάσματα όχι μόνον δεν στρέφονται καν να δουν και δεν προσδέχονται όποιον θέλει να τα εορτάζει με εκείνα πού απαρίθμησα, αλλά και τον αποστρέφονται και τον βδελύσσονται, επειδή δεν συμπεριφέρεται με ευπρέπεια απέναντί τους αλλά πράττει πράγματα εντελώς μισητά σ’ αυτά. Για τούτο παρακαλώ και προτρέπω να μισούμε και να αποφεύγουμε εκείνα πού μισούν τα σεβάσματα μας και να αγαπάμε και να πράττουμε μόνο εκείνα, για τα οποία είμαστε βέβαιοι πώς τους είναι ευάρεστα. Εκείνα όμως τα έργα που είναι αρεστά και ευχάριστα, είναι όσα επαναφέρουν στη σωτηρία και οδηγούν προς την αιώνια ζωή εκείνον πού τα τηρεί. Ή μήπως, όταν αυτά τα σεβάσματα μας έλαμψαν από τον Χριστό στους ανθρώπους, δεν ακτινοβόλησαν σε μας τη ζωή πού δεν τελειώνει και το φως πού ποτέ δεν δύει;
Ας αλλάξουμε λοιπόν και εμείς την πολιτεία μας, ας εκδυθούμε τον προηγούμενο τρόπον της ζωής μας σαν βλαβερό και ολέθριο και ας βαδίσουμε στον καλό δρόμο της νέας ζωής. —Ή μήπως δεν μας δωρίζει ή Ανάσταση την κληρονομιά της ζωής; ή ο Σταυρός δεν σταύρωσε τον παλαιόν μας άνθρωπο; Αν λοιπόν προσκυνούμε την Ανάσταση και γιορτάζουμε την Εορτή που την μνημονεύει, θα αγαπάμε επίσης και την νέα (εν Χριστώ) ζωή, και ακολουθώντας την θα είμαστε οι αγαπητικοί της όχι μόνο στα λόγια, αλλά και οι πιο οικείοι μύστες της. Αν πάλι ασπαστούμε τον Σταυρό, γιατί δεν σταυρώνουμε μαζί του και τα πάθη των γήινων σωμάτων μας, έτσι ώστε να φωνάξουμε και εμείς μαζί με τον Παύλο: «Έχω σταυρωθεί μαζί με τον Χριστό. Δεν ζω πλέον εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός» (Γαλ. 2:19);
Αν είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι ο Χριστός ζει μέσα σε αυτούς που σταύρωσαν τους εαυτούς τους για τον κόσμο και «νέκρωσαν τα επίγεια μέλη τους» (Κολ. 3:5), όπως φωνάζει και διαβεβαιώνει ο Παύλος, τότε γιατί δεν πράττουμε και εμείς τα ίδια και δεν νεκρώνουμε κάθε επίγειο μέλος μας, δηλαδή τα πάθη, τις κακές επιθυμίες και όσα αλλά αριθμούνται μαζί τους, ώστε να ζήσει μέσα μας ο Χριστός και να μας δωρίσει την ζωή της αφθαρσίας;
Λοιπόν, ας επιδιώξουμε να έχουμε ειρήνη με όλους και μαζί με αυτήν να αποκτήσουμε και τον αγιασμό. Γιατί χωρίς αυτά «δεν θα μπορέσει ποτέ να δει κανείς τον Κύριο»(Εβρ. 12:14), όπως πάλιν ο Παύλος μας διαβεβαίωσε. Πράγματι, γι` αυτό το λόγο αποκαλείται ο Χριστός «ειρήνη» («διότι αυτός είναι», λέει, «ή ειρήνη μας» Εφ. 2:14) και ονομάζεται «αγιασμός» Α Κορ. 1:30). Είναι αφ΄ ενός «Ειρήνη», γιατί έφερε στον κόσμο μια ειρηνοποιό ομόνοια, αφού ένωσε τα ουράνια με τα επίγεια και από τα δύο αυτά απεργάσθηκε μία και μόνη Εκκλησία. Είναι αφ’ ετέρου «Αγιασμός» αλλά και «Απολύτρωση» (γιατί αυτό κήρυξε ο ίδιος σε όσους ήσαν πριν από εμάς), καθ' όσον έγινε ο ελευθερωτής μας, των αιχμάλωτων, και όχι μόνον μας λύτρωσε από τους δαίμονες και τα πάθη, αλλά και φύτεψε μέσα μας τον θεϊκό αγιασμό.
Όσα λοιπόν ακούσατε από το στόμα μου, ας τα επιδιώκουμε με όλον μας τον ζήλο και την προαίρεση, έτσι ώστε συναπτόμενοι με το Χριστό μέσω αυτών, να  συγκρατήσουμε την καλή και ευλογημένη αυτή συνάφεια. Γιατί εκείνον πού έρχεται με τέτοια διάθεση προς Αυτόν δεν θα τον εκβάλει έξω από την αγαθότητα και την μακαριότητα Του, όχι, ποτέ! Ας σπεύσουμε λοιπόν να αποκτήσουμε εδώ αυτήν την συμφωνία μαζί του, από την οποίαν δεν υπάρχει τίποτε προτιμότερο, και ας τρέξουμε να οικειωθούμε το να ζει ο Χριστός μέσα μας, από το οποίο δεν υπάρχει τίποτε ανώτερο. Και έτσι, αφού αποκτήσουμε αυτό τον πλούτο, θα απολαύσουμε και την βασιλεία των ουρανών και θα βρούμε την αιώνια ζωή μέσα στον ίδιον τον Χριστό, τον Θεό και Σωτήρα μας, τον οποίο δοξάζουμε μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.